Η συνέντευξη του κ. Χρήστου Ροζάκη στο δημοσιογράφο Γιώργο Σαχίνη, στο Κρήτη TV στις 26.6.2020 (εδώ https://youtu.be/m5KVr0DXcVE) , δημιούργησε τα εξής δύο βασικά ερωτήματα:

1.       Είναι σωστά τα όσα υποστήριξε ο Χ. Ροζάκης;

2.       Είναι σωστό που τα είπε δημοσίως;

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, η ορθότητα ή όχι των απόψεών του θα πρέπει να ελεγχθεί με βάση κάποιο «μέτρο». Αν το μέτρο είναι το πώς η Ελλάδα θα καταφέρει να κερδίσει περισσότερα από όσα μπορεί να της αποδώσουν οι σχετικές πρόνοιες του διεθνούς δικαίου, τότε αυτά που υποστήριξε είναι λανθασμένα. Αν, όμως, το μέτρο είναι το διεθνές δίκαιο, τότε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όσα υποστήριξε είναι απολύτως ορθά.

Μία από τις κύριες διαφορές Ελλάδας – Τουρκίας, αφορά τη μεταξύ τους οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και της Υφαλοκρηπίδας. Για να γίνει η υπόψη οριοθέτηση θα πρέπει (α), είτε να συμφωνήσουν μεταξύ τους, αδιάφορο εάν η συμφωνία θα θεωρηθεί δίκαιη και από τις δύο πλευρές ή εάν μια από τις δύο θα υποχωρήσει λόγω πιέσεων τις οποίες θα κρίνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει (β), είτε να προσφύγουν σε αρμόδιο δικαστήριο [στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ) ή του Αμβούργου (ΔΔΑ)] και να συμμορφωθούν στην όποια απόφασή του (γ), είτε η μία να προσπαθήσει και να καταφέρει να επιβάλει στην άλλη την άποψη της με τη βία.

Η λύση που αυτή την στιγμή συμφέρει την Ελλάδα είναι η δεύτερη. Θα πρέπει να επιδιώξει, με όλους τους δυνατούς τρόπους και μέσα, την παραπομπή της υπόψη διαφοράς στο δικαστήριο. 

Έχουν διατυπωθεί πολλές και αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με το τι δικαιούται νομίμως η Ελλάδα στο συγκεκριμένο θέμα της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Το τι πιστεύει ο καθένας για το τι είναι δίκαιο και τι άδικο σ’ αυτή την αντιπαράθεση δεν έχει καμία σημασία, εκτός και αν σκοπεύουμε να επιδιώξουμε την επίλυση της διαφοράς με την άσκηση πίεσης ή με τη βία. Αν η πρόθεση μας είναι να επιλύσουμε το πρόβλημα με την παραπομπή του σε αρμόδιο δικαστήριο, τότε σημασία έχει το τι προβλέπει το διεθνές δίκαιο για το συγκεκριμένο ζήτημα, ώστε να εκτιμήσουμε με κάποια αποδεκτή προσέγγιση τη σχετική απόφαση. Έτσι, αν μη τι άλλο, θα κρίνουμε αν μας συμφέρει να παραπέμψουμε τη διαφορά στο δικαστήριο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η βάση του διεθνούς δικαίου που έχει εφαρμογή στην επίλυση της υπόψη διαφοράς και θα ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο, είναι η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (ΣΗΕΔΘ), παρ’ όλο που η Τουρκία δεν την έχει υπογράψει, καθώς και η σχετική νομολογία.   

Σύμφωνα τις πρόνοιες του άρθρου 46 της ΣΗΕΔΘ, η Ελλάδα δεν θεωρείται “αρχιπελαγικό κράτος” γιατί δεν αποτελείται “καθ’ ολοκληρία” από ένα ή περισσότερα αρχιπελάγη. Επίσης, σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 47/47, το Καστελόριζο δεν εκπληρώνει τα απαραίτητα γεωγραφικά χαρακτηριστικά ώστε να δικαιολογείται πλήρως και άνευ αμφισβήτησης η συμπερίληψη του στο αρχιπέλαγος των νησιών του Αιγαίου. Επομένως, η Ελλάδα μάλλον δεν μπορεί να επωφεληθεί από τα πλεονεκτήματα που παρέχει στα αρχιπελαγικά κράτη η ΣΗΕΔΘ για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Η οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας θα γίνει σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 74 και 83 αντίστοιχα. Συγκεκριμένα: σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 57, το εύρος της ΑΟΖ δεν εκτείνεται πέραν των 200 ν.μ. από τις γραμμές βάσεις από τις οποίες μετράται το εύρος της χωρικής θάλασσας. Επομένως, εφόσον η απόσταση μεταξύ των ακτών δύο αντικείμενων παράκτιων κρατών είναι μικρότερη των 400ν.μ., καθώς και στην περίπτωση των ακτών παρακείμενων παράκτιων κρατών, η μεταξύ τους οριοθέτηση της ΑΟΖ γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 74 , το οποίο ορίζει ότι: Η οριοθέτηση της ΑΟΖ πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο όπως ορίζεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγηςμε σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, τα ενδιαφερόμενα κράτη προσφεύγουν στις διαδικασίες που προβλέπονται στο μέρος ΧV της ΣΗΕΔΘ. 

Αναφορικά με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, στο άρθρο 83 ορίζεται η ίδια διαδικασία που ισχύει και για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.   

Σύμφωνα με το άρθρο 121, τα νησιά τα οποία κατοικούνται και που μπορούν να υποστηρίξουν οικονομική ζωή από μόνα τους έχουν δικαιώματα σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες (χωρική θάλασσα, συνορεύουσα ζώνη, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα), όπως ακριβώς και τα ηπειρωτικά εδάφη. Όπως γίνεται και για την οριοθέτηση της ΑΟΖ των ηπειρωτικών εδαφών και σ’ αυτή την περίπτωση η οριοθέτηση πρέπει να γίνει «κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο όπως ορίζεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης.» Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για την οριοθέτηση λαμβάνεται υπόψη η «βαρύτητα» του κάθε νησιού, δηλ. κυρίως το μήκος της ακτογραμμής του σε σχέση με το μήκος της ακτής του αντικείμενου/παρακείμενου κράτους, η γεωγραφική του θέση κτλ, ανάλογα με την περίπτωση. Αυτή την πρακτική ακολούθησε μέχρι σήμερα το ΔΔΧ και το ΔΔΑ και αυτήν θα ακολουθήσει μετά βεβαιότητας και στην περίπτωση της οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας.

Επομένως, είναι βέβαιο ότι ειδικά στο Καστελόριζο δεν πρόκειται το δικαστήριο να αποδώσει πλήρη επήρεια, αλλά περιορισμένη. Αυτό που δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια από τώρα είναι πόσο περιορισμένη. Ας ελπίσουμε σε απόφαση που θα αποδίδει στο Καστελόριζο όσο το δυνατό μεγαλύτερη επήρεια. Όμως, αυταπατόμαστε αν πιστεύουμε ότι το δικαστήριο μπορεί να αποδώσει στο Καστελλόριζο πλήρη επήρεια, ώστε η ΑΟΖ της Ελλάδας να συνορεύει με την ΑΟΖ της Κύπρου. Επίσης, δεν στέκει στη, δική μου τουλάχιστον, λογική, ότι η όποια απόφαση του δικαστηρίου μπορεί να επηρεαστεί από τις «ανεπίσημες» απόψεις οποιουδήποτε, ακόμα και στελέχους της κυβέρνησης. Αυτό που θα εξετάσει το δικαστήριο είναι το τι προβλέπει το διεθνές δίκαιο, και σε σχέση μ’ αυτό, τις επίσημες θέσεις του κάθε διαδίκου, που θα περιληφθούν στο «φάκελο» παραπομπής της διαφοράς στο δικαστήριο.

Τα άρθρα 46, 47, 55, 57, 74, 76, 83, 279 – 289, 293, 296, 299 της ΣΗΕΔΘ καθώς και τα άρθρα 38 και 59 του Καταστατικού του ΔΔΧ παρατίθενται πιο κάτω για πληρέστερη ενημέρωση.  

Η ορθότητα ή μη του δεύτερου ερωτήματος – αν είναι σωστό που ο Χ. Ροζάκης εξέφρασε δημοσίως τις απόψεις του – κατά τη γνώμη μου εξαρτάται κυρίως από τη θέση που κατέχει. Κι αυτό γιατί μια σωστή μέθοδος διαπραγμάτευσης επιβάλλει στο διαπραγματευτή να επιδιώξει αρχικά το μέγιστο, έχοντας ταυτόχρονα κατά νουν και το ελάχιστο όριο πέραν του οποίου δεν μπορεί να υποχωρήσει. Δεν δικαιολογείται να δημοσιοποιήσει πριν τη διαπραγμάτευση, ούτε τα εν λόγω όρια, ούτε τα επιχειρήματα που θα χρησιμοποιήσει, ούτε τη μεθοδολογία που θα ακολουθήσει. Αν λοιπόν ο Χ. Ροζάκης ήταν μέλος της ομάδας που θα διαπραγματευτεί το ζήτημα με την Τουρκία, τότε δεν ήταν σωστό το ότι εξέφρασε τις απόψεις του δημοσίως, ανεξαρτήτως αν οι εν λόγω απόψεις είναι ορθές ή λανθασμένες. Όμως, δεν είναι μέλος της κυβέρνησης, ούτε της δημόσιας υπηρεσίας, ούτε πρόκειται να διαπραγματευθεί το ζήτημα. Υπηρέτησε ως Υφυπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Σημίτη από 25.9.1996 μέχρι 2.1.1997, οπότε παραιτήθηκε (επισήμως για λόγους υγείας, αλλά στην πραγματικότητα λόγω των επιθέσεων που υπέστη μέσα από το ΠΑΣΟΚ, καθώς και λόγω των επιθέσεων του Γιώργου Κουρή της Αυριανής, ο οποίος τον κατηγορούσε για εθνική μειοδοσία). Ο Χ.Ροζάκης ήταν μέλος (πρόεδρος) ενός συμβουλευτικού σώματος που συγκρότησε το Υπουργείο Εξωτερικών με σκοπό να ακούσει τις επιστημονικές απόψεις «ειδικών» επί του συγκεκριμένου θέματος, ώστε να διαμορφώσει τη βέλτιστη στρατηγική του. Μέσα στο υπόψη όργανο είχε υποχρέωση να διατυπώσει τις επιστημονικές του απόψεις, χωρίς καμιά δέσμευση, όπως και έκανε. Άλλωστε τις εν λόγω απόψεις δεν τις διατύπωσε σήμερα για πρώτη φορά αλλά τις υποστηρίζει εδώ και πολλές δεκαετίες με σχετικά άρθρα, βιβλία και συνεντεύξεις. Αυτή την άποψη εξέφρασε και στο Κρήτη TV, απαντώντας μέσω τηλεφώνου σε ερωτήσεις που του έθεσε ο δημοσιογράφος. Ανέφερε την εκτίμησή του για την απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου στην περίπτωση που θα παραπεμφθεί εκεί η διαφορά μας με την Τουρκία. Επίσης, υποστήριξε ότι μας συμφέρει η παραπομπή της διαφοράς στο δικαστήριο. Δεν αμφισβήτησε ούτε την Ελληνικότητα του Καστελόριζου, ούτε την υποχρέωσή μας να το υπερασπιστούμε με κάθε τρόπο και μέσο έναντι της Τουρκίας.  

Σε αντίθεση με την Τουρκία, η Ελλάδα δεν είναι αυταρχικό κράτος, όπου ισχύουν περιορισμοί στην έκφραση άποψης. Εδώ και πολλά χρόνια διατυπώνονται για το συγκεκριμένο ζήτημα από πάρα πολλούς ειδικούς και μη, τελείως αντίθετες απόψεις από του Χ. Ροζάκη, χωρίς να έχει τεθεί (καλώς βεβαίως) ζήτημα περιορισμού τους, όσο ακραίες κι αν είναι. Επισήμως η κυβέρνηση, δεσμευόμενη από τον κανόνα της σωστής διαπραγμάτευσης, ακόμα κι αν έχει την άποψη ότι τέτοιες θέσεις δεν μπορούν να δικαιωθούν από το αρμόδιο δικαστήριο γιατί δεν συμβαδίζουν με το διεθνές δίκαιο, πολύ σωστά δεν κρίνει σκόπιμο σ’ αυτό το στάδιο να τις απορρίψει ρητά. Έτσι έχει την ευχέρεια να τις χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό όπλο. Όμως, με βάση ποιο σκεπτικό θα πρέπει να απαγορευτούν απόψεις σαν αυτές του Χ. Ροζάκη; Αν δεν ακουστούν κι αυτές οι απόψεις, πώς θα μπορέσουν οι πολίτες να αποκτήσουν σφαιρική εικόνα του προβλήματος και να κρίνουν; Άλλο είναι να κρίνει κάποιος τις απόψεις του Χ. Ροζάκη και να τεκμηριώνει τη διαφωνία του και άλλο να τον κατηγορεί για εθνική μειοδοσία, φοβικά σύνδρομα κτλ. 

Για τις συνέπειες της απαγόρευσης διατύπωσης της όποιας γνώμης, αναφέρεται (και) ο John Stuart Mill στο εξής κείμενο (από το βιβλίο του On Liberty) εδώ:   https://tzirkotis.wordpress.com/2019/06/14/on-liberty-john-stuart-mill-1859-part-of-chapter-ii-on-the-liberty-of-thought-and-discussion/

Επομένως, κατά τη γνώμη μου: όσα είπε ο κ. Χρήστος Ροζάκης ήταν σωστά και ήταν σωστό που τα είπε.     

Η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και η αυτοπεποίθηση των Ελλήνων στο ζήτημα αυτό θα βελτιωθούν με την ισχυροποίηση των ενόπλων δυνάμεων και την επιδέξια διπλωματία και όχι με κραυγές, αυταπάτες και στρουθοκαμηλισμούς.


ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ (ΣΗΕΔΘ).

ΜΕΡΟΣ IV ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΙΚΑ ΚΡΑΤΗ 

Άρθρο 46 Χρήση όρων 

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:

α) «αρχιπελαγικό κράτος» σημαίνει κράτος αποτελούμενο καθ’ ολοκληρία από ένα ή περισσότερα αρχιπελάγη και, ενδεχομένως, και από άλλες νήσους 7

β) «αρχιπέλαγος» σημαίνει σύμπλεγμα νήσων, περιλαμβανομένων και τμημάτων νήσων, αλληλοσυνδεόμενα ύδατα και άλλα φυσικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι τόσο στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν μιά αυτοτελή γεωγραφική, οικονομική και πολιτική ενότητα, ή που θεωρούνται ιστορικά ότι σχηματίζουν μιά τέτοια ενότητα.

Άρθρο 47 Αρχιπελαγικές γραμμές 

1. Ένα αρχιπελαγικό κράτος μπορεί να χαράσσει ευθείες αρχιπελαγικέςγραμμές βάσης που να ενώνουν τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων και σκοπέλων του αρχιπελάγους, υπό τον όρο ότι το ίχνος αυτών των γραμμών βάσης περιλαμβάνει τις κύριες νήσους και ορίζει μιά περιοχή στην οποία ο λόγος του εμβαδού των υδάτων της προς το εμβαδόν της ξηράς, συμπεριλαμβανομένων και των κοραλλιογενών ατόλλωνθα είναι μεταξύ 1 προς 1 και 9 προς 1.

2. Το μήκος αυτό των γραμμών βάσης υπερβαίνει τα 100 ναυτικά μίλια, με τη διαφορά ότι μέχρι 3 % του ολικού αριθμού των γραμμών βάσης που περικλείουν ένα αρχιπέλαγος μπορούν να υπερβαίνουν αυτό το μήκος, μέχρι ένα μέγιστο μήκος 125 ναυτικών μιλίων.

3. Η χάραξη αυτών των γραμμών βάσης δεν πρέπει να παρεκκλίνει αισθητά από τη γενική διαμόρφωση του αρχιπελάγους.

4. Αυτές οι γραμμές βάσης δεν πρέπει να χαράσσονται προς και από σκοπέλους, εκτός αν έχουν κτισθεί πάνω σε αυτούς φάροι ή παρόμοιες εγκαταστάσεις που να είναι μόνιμα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας ή όπου ο σκόπελος βρίσκεται, εν όλω ή εν μέρει, σε απόσταση που δεν υπερβαίνει το εύρος της χωρικής θάλασσας από την πλησιέστερη νήσο.

5. Το σύστημα τέτοιων γραμμών βάσης δεν θα εφαρμόζεται από ένααρχιπελαγικό κράτος, με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκόπτει την χωρική θάλασσα ενός άλλου κράτους από την ανοιχτή θάλασσα ή από μία αποκλειστική οικονομική ζώνη.

6. Αν μέρος των αρχιπελαγικών υδάτων ενός αρχιπελαγικού κράτους κείται μεταξύ δύο τμημάτων ενός γειτονικού κράτους, τα υφιστάμενα δικαιώματα και όλα τα άλλα νόμιμα συμφέροντα που ασκεί παραδοσιακά το δεύτερο κράτος σ’ αυτά τα ύδατα καθώς και όλα τα δικαιώματα που καθορίστηκαν δυνάμει συμφωνίας αυτών των κρατών εξακολουθούν να τηρούνται.

7. Για τους σκοπούς του υπολογισμού της σχέσης των υδάτων προς την ξηρά, σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι χερσαίες περιοχές μπορεί να περιλαμβάνουν ύδατα που βρίσκονται μέσα στους κροσσωτούς υφάλους που περιβάλλουν τις νήσους και τις κοραλλιογενείς ατόλλες, συμπεριλαμβανομένου και κάθε τμήματος απόκρημνου ωκεάνειου οροπεδίου που περικλείεται ή σχεδόν περικλείεται από αλυσίδα ασβεστολιθικών νήσων και σκοπέλων που κείνται στην περίμετρο του οροπεδίου.

8. Οι γραμμές βάσης που χαράσσονται σύμφωνα με το παρόν άρθροεμφαίνονται σε χάρτες υπό κατάλληλη κλίμακα, ώστε να είναι δυνατός ο γεωγραφικός προσδιορισμός τους. Εναλλακτικά, μπορούν να χρησιμοποιούνται πίνακες γεωγραφικών συντεταγμένων, με καθορισμένο γεωδαιτικό σύστημα.

9. Το αρχιπελαγικό κράτος δίδει την δέουσα δημοσιότητα σ’ αυτούς τους χάρτες ή πίνακες γεωγραφικών συντεταγμένων και καταθέτει αντίγραφο κάθε τέτοιου χάρτη ή πίνακα στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

ΤΜΗΜΑ V ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ 

Άρθρο 55 Ειδικό νομικό καθεστώς της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης 

Ως αποκλειστική οικονομική ζώνη ορίζεται η πέραν και παρακείμενη της χωρικής θάλασσας περιοχή, η υπαγόμενη στο ειδικό νομικό καθεστώς που καθιερώνεται στο παρόν μέρος, δυνάμει του οποίου τα δικαιώματα και οι δικαιοδοσίες του παράκτιου κράτους και τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των άλλων κρατών διέπονται από τις σχετικές διατάξεις της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 57 Εύρος της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης 

Η αποκλειστική οικονομική ζώνη δεν εκτείνεται πέραν των 200 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το εύρος της χωρικής θάλασσας.

Άρθρο 74 Οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές 

1. Η οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο όπως ορίζεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του διεθνούς δικαστηρίου, με σκοπό την επίτευξη δίκαιης λύσης.

2. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, τα ενδιαφερόμενα κράτη προσφεύγουν στις διαδικασίες που προβλέπονται στο μέρος XV.

3. Εκκρεμούσης της συμφωνίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα ενδιαφερόμενα κράτη, σε πνεύμα κατανόησης και συνεργασίας, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επίτευξη προσωρινών διευθετήσεων πρακτικού χαρακτήρα και, κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, για να μην θέσουν σε κίνδυνο ή παρεμποδίσουν την επίτευξη οριστικής συμφωνίας. Οι διευθετήσεις αυτές δεν επηρεάζουν την τελική οριοθέτηση.

4. Οπου ισχύει συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών, τα ζητήματα που αναφέρονται στην οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας.

ΜΕΡΟΣ VI ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΙΔΑ 

Άρθρο 76 Ορισμός της υφαλοκρηπίδος

1. Η υφαλοκρηπίδα της παράκτιου κράτους αποτελείται από το θαλάσσιο βυθό και το υπέδαφός του που εκτείνεται πέραν της χωρικής του θαλασσαςκαθ’ όλη την έκταση της φυσικής προέκτασης του χερσαίου του εδάφους μέχρι του εξωτερικού ορίου του υφαλοπλαισίου ή σε μια απόσταση 200 ναυτικών μιλίων από της γραμμές βάσης από της οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας όπου το εξωτερικό όριο του υφαλοπλαισίουδεν εκτείνεται μέχρι αυτή την απόσταση.

2. Η υφαλοκρηπίδα της παράκτιου κράτους δεν εκτείνεται πέραν των ορίων που προβλέπονται της παραγράφους 4 έως 6.

3. Το υφαλοπλαίσιο περιλαμβάνει την υποθαλάσσια προέκταση της χερσαίας μάζας του παράκτιου κράτους και αποτελείται από το θαλάσσιο βυθό και υπέδαφος της υφαλοκρηπίδας, του υφαλοπρανούς και του ηπειρωτικού ανυψώματος. Δεν περιλαμβάνει το βυθό του ωκεανού με της ωκεάνιες ράχες του και το υπέδαφός του.

4. α) Για της σκοπούς της παρούσας σύμβασης, το παράκτιο κράτος καθορίζει το εξωτερικό όριο του υφαλοπλαισίου όπου αυτό εκτείνεται πέραν των 200 ναυτικών μιλίων από της γραμμές βάσης από της οποίες το πλάτος της χωρικής θάλασας μετράται είτε:

i) με μια γραμμή που χαράσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 7 δι’ αναφοράς της τα απώτατα σταθερά σημεία σε κάθε ένα από τα οποία το πάχος των ιζηματογενών πετρωμάτων είναι τουλάχιστον 1 % της μικρότερης απόστασης από το σημείο αυτό μέχρι της πρόποδες του υφαλοπρανούς,

ii) με για γραμμή που χαράσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 7 δι’ αναφοράς σε σταθερά σημεία όχι περισσότερο από 60 ναυτικά μίλια από της πρόποδες του υφαλοπρανούς 7

β) αν δεν υπάρχουν αποδεικτικά για το αντίθετο, οι πρόποδες τουυφαλοπρανούς καθορίζονται ως σημείο της μέγιστης αλλαγής της κλίσης στη βάση του.

5. Τα σταθερά σημεία που περιλαμβάνουν τη γραμμή των εξωτερικών ορίων της υφαλοκρηπίδας πάνω στο βυθό, που χαράσσεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο α) σημεία i) και ii), ή δεν θα υπερβαίνουν τα 350 ναυτικά μίλια από της γραμμές βάσης από της οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας ή δεν θα υπερβαίνουν τα 100 ναυτικά μίλια από την ισοβαθή καμπύλη των 2 500 μέτρων, η οποία είναι μια γραμμή που συνδέει το βάθος των 2 500 μέτρων.

6. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 5, της υποθαλάσσιες ράχες, το εξωτερικό όριο της υφαλοκρηπίδας δεν θα υπερβαίνει τα 350 ναυτικά μίλια από της γραμμές βάσης από της οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται ως της τα υποθαλάσσια υψώματα που είναι φυσικά συστατικά τμήματα τουυφαλοπρανούς της το οροπέδιό του, τα ανυψώματα, οι αιχμές, οι μπάγκοι και τα αντερείσματα.

7. Το παράκτιο κράτος καθορίζει τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας του, όπου αυτή εκτείνεται πέραν των 200 ναυτικών μιλίων από της γραμμές βάσης από της οποίες μετράται το πλάτος της χωρικής θάλασσας, με ευθείες γραμμές που δεν υπερβαίνουν σε μήκος τα 60 ναυτικά μίλια και που συνδέουν σταθερά σημεία, οριζόμενα από συντεταγμένες πλάτους και μήκους.

Άρθρο 83 Οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές 

1. Η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ κρατών με έναντι ή προσκείμενες ακτές πραγματοποιείται κατόπιν συμφωνίας με βάση το διεθνές δίκαιο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 του καταστατικού του διεθνούς δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί μια δίκαιη λύση.

2. Αν η συμφωνία δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε εύλογο χρονικό πλαίσιο, τα ενδιαφερόμενα κράτη προσφεύγουν στις διαδικασίες που προβλέπονται στο μέρος XV.

3. Εκκρεμούσης συμφωνίας όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα ενδιαφερόμενα κράτη σε πνεύμα κατανόησης και συνεργασίας, θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να συνάψουν προσωρινές διευθετήσεις πρακτικής φύσης και, κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, να μην θέτουν σε κίνδυνο ή παρεμποδίζουν την επίτευξη τελικής συμφωνίας. Αυτές οι διευθετήσεις δεν επηρεάζουν την τελική οριοθέτηση.

4. Όταν υφίσταται συμφωνία εν ισχύι μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών, θέματα τα σχετιζόμενα με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας θα καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις εκείνης της συμφωνίας.

ΜΕΡΟΣ XV ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ 

ΤΜΗΜΑ 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 

Άρθρο 279 Υποχρεώση επίλυσης διαφορών με ειρηνικά μέσα 

Τα κράτη μέρη θα επιλύουν οποιαδήποτε μεταξύ τους διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης με ειρηνικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και, για το σκοπό αυτό, θα επιδιώκουν λύση με τα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 του χάρτη.

Άρθρο 280 Επίλυση διαφορών με ειρηνικά μέσα που επιλέγουν τα μέρη 

Καμιά διάταξη του παρόντος μέρους δεν θίγει το δικαίωμα οποιωνδήποτε κρατών μερών να συμφωνήσουν οποτεδήποτε να επιλύσουν μια μεταξύ τους διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης με οποιοδήποτε ειρηνικό μέσα της εκλογής τους.

Άρθρο 281 Διαδικασία σε περίπτωση μη επίλυσης διαφοράς από τα μέρη 

1. Αν κράτη μέρη τα οποία είναι μέρη σε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης συμφώνησαν να επιδιώξουν επίλυση της διαφοράς με ειρηνικά μέσα της επιλογής τους, οι διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν μέρος εφαρμόζονται μόνο εφόσον δεν επιτευχθεί επίλυση με την προσφυγή στα μέσα αυτά και η μεταξύ των μερών συμφωνία δεν αποκλείει οποιαδήποτε περαιτέρω διαδικασία.

2. Αν τα μέρη έχουν επίσης συμφωνήσει σε κάποια προθεσμία, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής.

Άρθρο 282 Υποχρεώσεις δυνάμει γενικών, περιφερειακών ή διμερών συμφωνιών 

Αν κράτη μέρη τα οποία είναι μέρη σε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης έχουν συμφωνήσει, μέσω γενικής περιφερειακής ή διμερούς συμφωνίας ή άλλως ότι μια τέτοια διαφορά, θα υποβάλλεται με αίτηση οποιουδήποτε μέρους στη διαφορά σε διαδικασία η οποία συνεπάγεται δεσμευτική απόφαση, η διαδικασία αυτή θα εφαρμόζεται αντί των διαδικασιών που προβλέπονται στο παρόν μέρος εκτός αν τα μέρη συμφωνούν διαφορετικά.

Άρθρο 283 Υποχρέωση ανταλλαγής απόψεων 

1. Όταν μεταξύ κρατών μερών προκύψει διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, τα μέρη στη διαφορά θα προχωρήσουν αμελλητί σε ανταλλαγή απόψεων για την επίλυσή της με διαπραγματεύσεις ή άλλα ειρηνικά μέσα.

2. Τα μέρη επίσης θα προσχωρούν αμελλητί σε ανταλλαγή απόψεων όταν μια διαδικασία για την επίλυση τέτοιας διαφοράς έχει τερματισθεί χωρίς επίλυσή της ή όταν επίλυση έχει μεν επιτευχθεί, αλλά οι περιστάσεις απαιτούν διαβουλεύσεις σχετικά με τον τρόπο υλοποίησης της επίλυσης της διαφοράς.

Άρθρο 284 Συνδιαλλαγή 

1. Κράτος μέρος το οποίο είναι μέρος σε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης μπορεί να καλέσει το άλλο μέρος ή μέρη να υποβάλουν τη διαφορά σε συνδιαλλαγή σύμφωνα με τη διαδικασία του παραρτήματος V τμήμα 1 ή σε άλλη διαδικασία συνδιαλλαγής.

2. Αν η πρόσκληση γίνει αποδεκτή και τα μέρη συμφωνούν ως προς την εφαρμοστέα διαδικασία συνδιαλλαγής, οποιοδήποτε μέρος μπορεί να υποβάλλει τη διαφορά στη διαδικασία αυτή.

3. Αν η πρόσκληση δεν γίνει αποδεκτή ή τα μέρη δεν συμφωνούν ως προς τη διαδικασία, η διαδικασία συνδιαλλαγής θα θεωρείται ως τερματισθείσα.

4. Εκτός αν τα μέρη συμφωνούν άλλως, όταν μια διαφορά έχει υποβληθεί σε συνδιαλλαγή, η διαδικασία μπορεί να τερματισθεί μόνο σύμφωνα με τη συμφωνημένη διαδικασία συνδιαλλαγής.

Άρθρο 285 Εφαρμογή του παρόντος τμήματος σε διαφορές που υποβάλλονται σύμφωνα με το μέρος XI 

Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε κάθε διαφορά η οποία σύμφωνα με το μέρος XI τμήμα 5 πρόκειται να επιλυθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν μέρος. Αν μια οντότητα η οποία δεν είναι κράτος μέρος είναι μέρος σε μια τέτοια διαφορά, το παρόν τμήμα εφαρμόζεται,mutatis mutandis.

ΤΜΗΜΑ 2 ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΝΕΠΑΓΟΜΕΝΕΣ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 

Άρθρο 286 Εφαρμογή διαδικασιών δυνάμει του παρόντος τμήματος 

Επιφυλασσομένου του τμήματος 3, κάθε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας, σύμβασης, όταν δεν έχει επιτευχθεί επίλυση κατόπιν προσφυγής στο τμήμα 1 θα υποβάλλεται με αίτηση οποιουδήποτε μέρους στη διαφορά στο δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος τμήματος.

Άρθρο 287 Επιλογή διαδικασίας 

1. Όταν υπογράφει, επικυρώνει ή προσχωρεί στην παρούσα σύμβαση ή οποτεδήποτε μεταγενέστερα, κάθε κράτος είναι ελεύθερο να επιλέξει με γραπτή δήλωσή του, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέσα για την επίλυση διαφορών σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης.

α) το διεθνές δικαστήριο για το δίκαιο της θάλασσας που ιδρύεται σύμφωνα με το παράρτημα VI

β) το διεθνές δικαστήριο της Χάγης

γ) ένα διαιτητικό δικαστήριο, συγκροτούμενο σύμφωνα με το παράρτημα VII

δ) ένα ειδικό διαιτητικό δικαστήριο συγκροτούμενο σύμφωνα με το παράρτημα VIII για μια ή περισσότερες από τις κατηγορίες διαφορών που καθορίζονται σ’ αυτό.

2. Δήλωση που γίνεται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν επηρεάζει ή επηρεάζεται από την υποχρέωση ενός κράτους μέρους να δεχθεί τη δικαιοδοσία του τμήματος διευθέτησης διαφορών θαλάσσιου βυθού του διεθνούς δικαστηρίου για το δίκαιο της θάλασσας στην έκταση και κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο μέρος XI τμήμα 5.

3. Κράτος μέρος, το οποίο είναι μέρος σε διαφορά που δεν καλύπτεται από ισχύουσα δήλωση, θα θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί διαιτησία σύμφωνα με το παράρτημα VII.

4. Αν τα μέρη σε μια διαφορά έχουν αποδεχθεί την ίδια διαδικασία για την επίλυση της διαφοράς, αυτή μπορεί να υποβληθεί μόνο στη διαδικασία αυτή, εκτός αν τα μέρη συμφωνούν διαφορετικά.

5. Αν τα μέρη σε μια διαφορά δεν έχουν αποδεχθεί την ίδια διαδικασία για την επίλυση της διαφοράς, αυτή μπορεί να υποβληθεί μόνο σε διαιτησία σύμφωνα με το παράρτημα VII εκτός αν τα μέρη συμφωνούν διαφορετικά.

6. Δήλωση που γίνεται δυνάμει της παραγράφου 1 παραμένει σε ισχύ επί τρεις μήνες μετά από την κατάθεση ειδοποίησης για ανάκληση στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

7. Νέα δήλωση, ειδοποίηση για ανάκληση ή εκπνοή δήλωσης ουδόλως επηρεάζει διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου που έχει δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος άρθρου εκτός αν τα μέρη συμφωνούν διαφορετικά.

8. Οι δηλώσεις και ειδοποιήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θα κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα διαβιβάζει αντίγραφα αυτών στα κράτη μέρη.

Άρθρο 288 Δικαιοδοσία 

1. Κάθε δικαστήριο που αναφέρεται στο άρθρο 287 έχει δικαιοδοσία για κάθε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, η οποία υποβάλλεται σ’ αυτό σύμφωνα με το παρόν μέρος.

2. Κάθε δικαστήριο που αναφέρεται στο άρθρο 287 έχει επίσης δικαιοδοσία για κάθε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή διεθνούς συμφωνίας, σχετικής με τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, η οποία υποβάλλεται σ’ αυτό δυνάμει της συμφωνίας.

3. Το τμήμα διευθέτησης διαφορών θαλάσσιου βυθού του διεθνούς δικαστηρίου για το δίκαιο της θάλασσας που ιδρύεται σύμφωνα με το παράρτημα VI και οποιοδήποτε άλλο τμήμα δικαστηρίου ή διαιτητικό δικαστήριο που αναφέρεται στο μέρος XI τμήμα 5 έχει δικαιοδοσία για οποιοδήποτε θέμα το οποίο υποβάλλεται σ’ αυτό σύμφωνα με το παραπάνω μέρος.

4. Σε περίπτωση διαφοράς ως προς το εάν ένα δικαστήριο έχει δικαιοδοσία, το θέμα θα επιλύεται με απόφαση του δικαστηρίου αυτού.

Άρθρο 289 Εμπειρογνώμονες 

Σε κάθε διαφορά στην οποία εμπλέκονται επιστημονικά ή τεχνικά θέματα το δικαστήριο το οποίο ασκεί δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος τμήματος, μπορεί, με αίτηση ενός μέρους ή αυτεπάγγελτα, να εμπλέξει, σε συνεννόηση με τα μέρη, όχι λιγότερους από δύο επιστημονικούς ή τεχνικούς εμπειρογνώμονες επιλεγμένους κατά προτίμηση από το σχετικό κατάλογο που ετοιμάζεται σύμφωνα με το παράρτημα VIII άρθρο 2 για να συμμετέχουν στο δικαστήριο αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 293 Εφαρμοστέο δίκαιο

1. Το δυνάμει του τμήματος αυτού αρμόδιο δικαστήριο εφαρμόζει την παρούσα σύμβαση και άλλους κανόνες διεθνούς δικαίου που δεν συγκρούονται με την παρούσα σύμβαση.

2. Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει την αρμοδιότητα του έχοντος δικαιοδοσία δυνάμει του παρόντος τμήματος δικαστηρίου να αποφασίζει ex aequo etbono σε μία υπόθεση, εφόσον τα μέρη συμφωνούν προς τούτο.

Άρθρο 296 Τελεσιδικία και δεσμευτική ισχύς αποφάσεων 

1. Κάθε απόφαση που εκδίδεται από το αρμόδιο δυνάμει του παρόντος τμήματος δικαστήριο είναι τελεσίδικη και πρέπει να τηρείται από όλα τα μέρη σε μιά διαφορά.

2. Κάθε τέτοια απόφαση δεν έχει δεσμευτική ισχύ παρά μόνο μεταξύ των μερών και σε σχέση με τη συγκεκριμένη διαφορά.

ΤΜΗΜΑ 3 ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ 

Άρθρο 299 Δικαίωμα των μερών να συμφωνούν διαδικασία 

1. Διαφορά που έχει αποκλεισθεί δυνάμει του άρθρου 297 ή έχει εξαιρεθεί κατόπιν δηλώσεως γενομένης δυνάμει του άρθρου 298 από τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στο τμήμα 2 μπορεί να υποβληθεί στις διαδικασίες αυτές μόνο κατόπιν συμφωνίας των μερών στη διαφορά.

2. Τίποτα στο παρόν τμήμα αυτό δεν παρακωλύει το δικαίωμα των μερών στη διαφορά να συμφωνήσουν σε κάποια άλλη διαδικασία για την επίλυση της διαφοράς αυτής ή να επιτύχουν φιλική διευθέτηση.

STATUTE OF THE INTERNATIONAL COURT OF JUSTICE

CHAPTER II

Article 38

  1. The Court, whose function is to decide in accordance with international law such disputes as are submitted to it, shall apply:
  1. International conventions, whether general or particular, establishing rules expressly recognized by the contesting states;
  2. International custom, as evidence of a general practice accepted as law;
  3. The general principles of law recognized by civilized nations;
  4. Subject to the provisions of Article 59, judicial decisions and the teachings of the most highly qualified publicists of the various nations, as subsidiary means for the determination of rules of law.
  5. This provision shall not prejudice the power of the Court to decide a case ex aequo et bono, if the parties agree thereto.

Article 59

The decision of the Court has no binding force except between the parties and in respect of that particular case.

Posted by atzirkotis

Navy Officer (retired) - Hellenic Navy and Navy of Cyprus National Guard

Leave a comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.